«Την προστασία των ευρωπαϊκών τροφίμων» ζήτησε η υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Κατερίνα Μπατζελή από την εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μιλώντας την Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου από το βήμα του συνεδρίου με θέμα «Εξελίξεις στον τομέα λιανικής πώλησης, ευκαιρίες και προσαρμογή των αγροτικών συνεταιρισμών», που διοργάνωσαν η ΠΑΣΕΓΕΣ και η COGECA. Παράλληλα, τάχθηκε υπέρ της αναγραφής της χώρας προέλευσης σε όλα τα τρόφιμα, εκφράζοντας την έντονη διαφωνία της για την πρόταση της Επιτροπής που θέλει την επισήμανση τους με τον γενικό όρο «Ευρωπαϊκό προϊόν».
Όπως διευκρίνισε, η υπουργός, χρησιμοποίησε συνειδητά τον όρο «προστατευτισμός» όχι για να περιοριστεί η εμπορική διακίνηση των εισαγόμενων τροφίμων από τρίτες χώρες, αλλά για να δημιουργηθούν συγκρίσιμοι όροι που θα «Οριοθετήσουν τι σημαίνει ευρωπαϊκή αγορά τροφίμων. Διότι πριν διαπραγματευτούμε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου θα πρέπει, καταρχήν, να ξέρουμε εμείς τι εννοούμε τρόφιμο και πού συμβάλλει όλη η εμπορική αλυσίδα στην διασφάλιση της αγοραστικής δυνατότητας των καταναλωτών».
Ξεκινώντας την τοποθέτησή της η υπουργός, συνεχάρη τους διοργανωτές του συνεδρίου, τονίζοντας την σημαντικότητα της έναρξη ενός κοινωνικού εταιρικού διαλόγου για το ζήτημα των λιανικών πωλήσεων των τροφίμων, το οποίο είναι «ένα ζήτημα ιδιαίτερα πολύπλοκο, που απαιτεί από κοινού λύσεις για να μπορέσουμε να αντεπεξέλθουμε στον μεγάλο ανταγωνισμό, ο οποίος υπάρχει στην αγορά, αλλά και στις μεγάλες προκλήσεις της ίδιας της γεωργίας, είτε της ευρωπαϊκής είτε της εθνικής».
Όπως είπε η κα Μπατζελή «Το να συζητάμε αυτή την στιγμή σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο τα ζητήματα της διοργάνωσης, της οργάνωσης και των συσχετισμών της αγοράς, πριν την αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, αυτό σημαίνει ότι με τις πολιτικές μας συζητήσεις και συμφωνίες μπορούμε να σηματοδοτήσουμε ένα άλλο αγροτικό τομέα όπου με επίκεντρο τα τρόφιμα και τις βασικές συμφωνίες της αγοράς, θα μπορέσουμε να ξεφύγουμε από μία τυποποιημένη γεωργία, αυτή του 20ου αιώνα όπου στηριζόταν απλά και μόνο σε κάποιες επιδοτήσεις». Διευκρινίζοντας, ταυτόχρονα, πως δεν θέλει με κανένα τρόπο να μειώσει την σημασία των επιδοτήσεων, που αποτελούν, τουλάχιστον σε εθνικό επίπεδο, το 40% έως και 50% της εισοδηματικής ενίσχυσης των γεωργών. «Όμως, από εκεί και πέρα, πρέπει να ακούσουμε και τις ίδιες φωνές των αγροτών, οι οποίοι δεν θέτουν ζητήματα απλά και μόνο αναθεώρησης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής αλλά διευθέτησης των όρων της αγοράς» πρόσθεσε η υπουργός.
Η αξία
Ακολούθως, η υπουργός αναφέρθηκε στην σταδιακή μείωση, τα τελευταία 5-6 χρόνια, της αξίας αγροτικού προϊόντος στο τελικό προϊόν που φτάνει στον καταναλωτή. Η οποία, κατά την γνώμη της, οφείλεται σε τρεις κυρίως λόγους:
Στο ότι έχουμε μία τεράστια αύξηση των εισαγωγών, όπου δεν είναι προσμετρήσιμη, συνεπώς, η αξία της πρωτογενούς κοινοτικής παραγωγής.
Στο ότι έχουμε σταδιακή μείωση των εμπορικών τιμών, οπότε σταδιακά μειώνεται και η συμμετοχή του τελικού προϊόντος.
Αλλά και στο ότι η σύγχρονη τεχνολογία των τροφίμων συνεχώς αυξάνει τα χαρακτηριστικά των διατροφικών προϊόντων, όπου η πρώτη ύλη είναι ένα μικρό κομμάτι μόνο στην τελική αλυσίδα.
Όπως είπε χαρακτηριστικά, η υπουργός, τα διάφορα πρόσθετα στα τρόφιμα, π.χ. βιταμίνες, σταδιακά εκτοπίζουν την πρωτογενή παραγωγή σε σχέση με την τελική τιμή που τα αγοράζει ο καταναλωτής. Συνεπώς, εξήγησε, πως όταν μιλάμε, είτε σε εθνικό, είτε σε παγκόσμιο, είτε σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για τον ρόλο των τροφίμων θα πρέπει «να αφαιρέσουμε από το θεωρητικό μας πεδίο το τρόφιμο το οποίο είναι μόνο τυλιγμένο σε μία καλή συσκευασία».
Συνεχίζοντας ανέφερε πως «Περνάμε, πλέον, σε μία επιθετική πολιτική τροφίμων, στην οποία έχει πέσει όλη η έρευνα, η τεχνολογία, η διαφήμιση» λόγω του κύκλου εργασιών του κλάδου, ο οποίος είναι ο σημαντικότερος, μετά της ενέργειας, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Συμφωνία
Ακολούθως, η υπουργός, είπε πως ανοίγει ένας κοινωνικός εταιρικός διάλογος, που θα πρέπει να καταλήξει, σε συμφωνία, με καθαρούς όρους εποπτείας και ελέγχου της αγοράς. Διαφορετικά δεν μπορεί να επιλυθεί κανένα ζήτημα, που ξεκινάει από το πιστοποιημένο προϊόν από το χωράφι και φθάνει μέχρι την πώληση από το ράφι στον καταναλωτή. Όπως τόνισε, κατά την άποψη της, η πιστοποίηση είναι ικανή και αναγκαία συνθήκη για να πουληθεί ένα προϊόν, αλλά και για να ελέγχονται όλες οι συμφωνίες που έχουν γίνει στα ενδιάμεσα στάδια ανταλλαγής χεριών του κάθε προϊόντος. Στο σημείο αυτό, σύμφωνα με την κα Μπατζελή, οι μεγάλες αλυσίδες τίθενται στο επίκεντρο της κριτικής όλων των άλλων προηγούμενων κρίκων της αλυσίδας, διότι ο καταναλωτής βλέπει το super market, δεν βλέπει τον ενδιάμεσο μεταποιητή του προϊόντος, αλλά βλέπει την μεγάλη αλυσίδα ή το μικρό παντοπωλείο.
«Συνεπώς» πρόσθεσε «για να φτάσουμε σε μία τελική συμφωνία, θα πρέπει να καθορίσουμε με σαφήνεια τους όρους του παιχνιδιού αλλά και το ποιοι είναι στο παιχνίδι. Και για ό,τι αφορά το ποιοι είναι στο παιχνίδι, δηλαδή με ποιους διαπραγματευόμαστε και το ποιοι μπαίνουν σε όλες τις αλυσίδες, θα πρέπει να είμαστε πάρα πολύ αυστηροί, ή τουλάχιστον να ορίσουμε τους όρους. Ώστε να μην στρεβλώνεται η αλυσίδα παραγωγής και η διαφάνειά της»
Στην συνέχεια, αναφερόμενη σε σχετικό έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το οποίο θέτει προβληματισμούς για τις αθέμιτες πρακτικές στα θέματα της αγοράς, είπε πως δεν είναι περίεργο το ότι ασχολείται με την παρακολούθηση των τιμών των τροφίμων, μόνο σε αυτή την χρονική στιγμή. Εξηγώντας πως αυτό συμβαίνει διότι είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος κύκλος εργασιών αυτή την στιγμή σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπου επικεντρώνεται το ενδιαφέρον τόσο των καταναλωτών και των παραγωγών, όσο και των οργανώσεων που θέλουν μία διαφορετική ποιότητα και διασφάλιση της δημόσιας υγείας, σε μία περίοδο μάλιστα που η δημόσια υγεία κινδυνεύει από πάρα πολλούς παράγοντες.
Χαρακτηριστικά ανέφερε η κα Μπατζελή «Η αγορά, των τροφίμων δεν είναι μόνο μία λογιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων, ούτε πρόκειται να ασχοληθούμε με τα logistics κάποιων εμπορικών εταιρειών, αλλά ασχολούμαστε πραγματικά με τα ζητήματα και της δημόσιας υγείας» τονίζοντας πως αυτό είναι το σημείο που θα πρέπει να επικεντρωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δηλαδή στο ότι το πρωτογενές αγροτικό προϊόν, θα πρέπει να έχει όλες εκείνες τις ασφαλιστικές δικλείδες που να οδηγούν στην θεώρηση ότι είναι και δημόσιο αγαθό. Διαφορετικά, είπε πως «εάν περιοριστούμε απλά και μόνο στους όρους της ελεύθερης διακίνησης των προϊόντων στην εσωτερική αγορά, τότε δεν θα κάνουμε τίποτα άλλο παρά μόνο να φέρουμε στο ευρωπαϊκό τραπέζι του καταναλωτή όλη την παγκοσμιοποίηση, με τους άνισους ρυθμούς οι οποίοι γίνονται σε παγκόσμιο επίπεδο, και το ξέρετε πάρα πολύ καλά ότι τα τρόφιμα δεν παίζονται πλέον σε κανένα τραπέζι αναλύσεων αλλά παίζονται στο ταμπλό χρηματιστηρίων».
Προστατευτισμός και επισήμανση
Στο σημείο αυτό της τοποθέτησής της η υπουργός τάχθηκε υπέρ του συνειδητού προστατευτισμού των ευρωπαϊκών προϊόντων, ώστε να δημιουργηθούν συγκρίσιμοι όροι ανταγωνισμού με τα εισαγόμενα προϊόντα από τρίτες χώρες, οι οποίοι θα οριοθετήσουν τι σημαίνει ευρωπαϊκή αγορά τροφίμων, διασφαλίζοντας την αγοραστική πολιτική των καταναλωτών κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τον με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.
Επίσης, η υπουργός, αναφέρθηκε στην πολυπλοκότητα του θέματος της πιστοποίησης και ποιότητας των προϊόντων «το οποίο πρέπει να αντιμετωπίσουμε όλοι από κοινού» και τόνισε την διαφοροποίησή της από τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα ζητήματα της επισήμανσης των τροφίμων. Συγκεκριμένα, απευθυνόμενη προς την εκπρόσωπο της Επιτροπής ανέφερε πως «Όχι γιατί έχουμε μία ιδιαιτερότητα οι Έλληνες, είμαστε σαν τους άλλους. Όμως, δεν μπορώ να δεχθώ όπως αναφέρετε και στο κείμενό σας, ότι στα πλαίσια μίας εναρμόνισης προτύπων ασφαλείας των τροφίμων προκειμένου να τονωθεί το διασυνοριακό εμπόριο των ειδών τροφίμων, απορρίπτετε τις οποιεσδήποτε επισημάνσεις τροφίμων σε περιφερειακό επίπεδο» και ζήτησε «το θέμα της επισήμανσης για λόγους μη ισοπέδωσης και προστασίας των καταναλωτών, να έρθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με ουσιαστικούς όρους».
«Είμαστε όλοι Ευρωπαίοι. Δεν το αρνούμαστε και δεν μας ενώνει κανένα ευρώ. Μας ενώνει όμως η διαφάνεια της αγοράς και η προστασία του καταναλωτή» είπε η υπουργός και συνέχισε « Εγώ προσωπικά θα ήθελα να ξέρω, ως καταναλωτής, ότι το προϊόν το οποίο βρίσκω στην γειτονιά μου είναι φιλανδικό, δεν με ενοχλεί ότι είναι από το χωριό της Φινλανδίας Σάαρ, αλλά θέλω να το ξέρω. Και θέλω πάρα πολύ καλά να ξέρω στα πλαίσια της διαφάνειας της αγοράς και της διαφάνειας, όχι της αλυσίδας των super market αλλά των μεταποιητών, το τι περιλαμβάνεται μέσα σε ένα κουτί γάλακτος ή στην συσκευασία του ζαμπόν, ή της πορτοκαλάδας που πίνω. Εάν αυτούς τους όρους της διαφάνειας των τροφίμων από τον παραγωγό μέχρι τον καταναλωτή, η Επιτροπή δεν τους πάρει από την αρχή στα ίσια, και δεν θα υποκύψει σε πάρα πολλές πιέσεις τις οποίες μπορεί και να δέχεται, θα έχουμε πάραυτα το σπάσιμο μίας μεγάλης συμφωνίας»
Μάλιστα, δήλωσε ότι προσωπικά ως εκπρόσωπος της Ελλάδας δεν θα μπορέσει να αποδεχθεί κανένα προϊόν που να φέρνει απλά την σήμανση «Ευρωπαϊκό Προϊόν», είτε κρασί λέγεται, είτε λάδι, είτε ζαμπόν, είτε γάλα, χωρίς να ξέρει από ποιο μέρος της Ευρώπης προέρχεται.
Καταλήγοντας, η υπουργός ζήτησε την επανεξέταση του θέματος καθώς και των όρων των συμβάσεων που συνάπτουν οι μεγάλες εφοδιαστικές αλυσίδες τροφίμων με τους παραγωγούς, ενώ τόνισε πως «όσο μειώνετε τον προϋπολογισμό της ΚΑΠ, τόσο θα σας διεκδικούμε μεγαλύτερο κομμάτι στην αγορά».
Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009
Κατερίνα Μπατζελή: Προστατευτισμός για τα ευρωπαϊκά τρόφιμα και αναγραφή, σε όλα, της χώρας προέλευσης
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου